Καρκίνος Ουροδόχου Κύστης
Ο καρκίνος της ουροδόχου κύστης είναι ο πρώτος σε συχνότητα καρκίνος του ουροποιητικού συστήματος, αντιπροσωπεύοντας το 4,5% των κακοηθειών και το 1,9% των θανάτων από καρκίνο. Στις ΗΠΑ αποτελεί την τέταρτη πιο συχνή μορφή καρκίνου στους άνδρες και την ένατη στις γυναίκες, με ετήσια επίπτωση 18/100.000, οδηγώντας περίπου σε 12.000 θανάτους ετησίως. Σε παγκόσμιο επίπεδο, η θνητότητα κυμαίνεται από 2 έως 10 ανά 100.000 ανά έτος στους άνδρες και 0,5 έως 4 ανά 100.000 ανά έτος στις γυναίκες. Ο καρκίνος της ουροδόχου κύστης σε ποσοστό πάνω από 90% είναι ουροθηλιακός.
Ο κυριότερος παράγοντας κινδύνου για την εμφάνιση του είναι το κάπνισμα. Αυξάνει την πιθανότητα της εμφάνισης του κατά 2-7 φορές σύμφωνα με τη βιβλιογραφία και συγκριτικά με τον υπόλοιπο πληθυσμό. Το ουροθηλιακό καρκίνωμα επίσης έχει σχετιστεί με την έκθεση σε χημικούς παράγοντες του περιβάλλοντος όπως βαφές,πετρελαιοειδή και αρωματικούς υδρογονάνθρακες.
Συμπτώματα
Ο πιο συχνός τρόπος εμφάνισης του είναι η μακροσκοπικη ανώδυνη αιματουρία. Υπάρχει και η λεγόμενη μικροσκοπική αιματουρία όπου το αίμα ανιχνεύεται μόνο στην εξέταση ούρων και οφείλει να διερευνάται με την ίδια διαδικασία που διερευνάται και η ορατή αιματουρία .
Το ουροθηλιακό καρκίνωμα μπορεί σπανίως να μη δώσει αίμα στα ούρα και να προκαλέσει συμπτώματα ουρολοίμωξης. Όταν είναι προχωρημένο το καρκίνωμα μπορεί να δώσει συμπτώματα όπως πόνο στη μέση, πόνο στα κόκκαλα και νεφρική ανεπάρκεια.
Διάγνωση
Όλα τα παραπάνω συμπτώματα οφείλουν να διερευνώνται με τον ενδοσκοπικό έλεγχο της κύστης, που λέγεται κυστεοσκόπηση. Εάν διαπιστωθεί καρκίνωμα,το αποκαλούμενο θήλωμα, στην ουροδόχο κύστη αυτό συνήθως πυροδοτεί μια σειρά διαγνωστικών εξετάσεων για τον έλεγχο των νεφρών και των ουρητήρων και ενίοτε έλεγχο του θώρακα (αξονική ουρογραφία, αξονική τομογραφία θώρακα).
Στα πλαίσια της διαγνωστικής διαδικασίας εκτός από την κυστεοσκόπηση ο ουρολόγος έχει στη φαρέτρα του την κυτταρολογική εξέταση των ούρων, η οποία περιλαμβάνει την μικροσκοπική εξέταση ενός πρωινού δείγματος ούρων (όχι το πρώτο πρωινό) στο κυτταρολογικό εργαστήριο. Η κυτταρολογική εξέταση μπορεί να βοηθήσει στην ανίχνευση των επιθετικών μορφών νεοπλασίας που μπορεί να μη φαίνονται με γυμνό μάτι (π.χ καρκίνωμα in situ) καθώς και στην παρακολούθηση της ανταπόκρισης στη θεραπεία.
Κατάταξη
Το ουροθηλιακό καρκίνωμα κατατάσσεται σε μυο-διηθητικό και μη μυοδιηθητικό αναλόγως του αποτελέσματος της βιοψίας.
Θεραπεία
Η πάθηση αντιμετωπίζεται αρχικά με τη λεγόμενη διουρηθρική εκτομή που γίνεται υπό γενική ή ραχιαία αναισθησία. Η επέμβαση γίνεται δια της ουρήθρας και με τη βοήθεια του Laser ή του TURis ρεσεκοσκοπίου αφαιρείται η βλάβη κα στέλνεται για ιστολογική ανάλυση. Ο σκοπός της εξέτασης είναι διπλός, αφενός αφαιρεί την βλάβη θεραπευτικά και αφετέρου σταδιοποιεί τη νόσο.
Θεραπεία μη μυοδιηθητικού καρκίνου της κύστης
Το 70-75% των περιπτώσεων ουροθηλιακού καρκινώματος είναι μη μυοδιηθητικά. Σε αυτές τις περιπτώσεις η θεραπεία εκτός της διουρηθρικής εκτομής, μπορεί να περιλαμβάνει πρόγραμμα παρακολούθησης με κυστεοσκοπήσεις ανά τακτά χρονικά διαστήματα και εγχύσεις φαρμάκου μέσα στην κύστη με συνολική διάρκεια από 1-3 χρόνια με την προϋπόθεση ότι ο όγκος δεν επανεμφανιστεί ενδιάμεσα.
Οι ουσίες που εγχύονται είναι είτε χημειοθεραπευτικά (επιρουμπικίνη,μυτομυκίνη-C), είτε ανοσοθεραπεία (εμβόλιο βακίλλου της φυματίωσης, BCG). Προσφάτως, και ιδίως αν έχουν αποτύχει οι παραπάνω θεραπείες, ξεκίνησε να χρησιμοποιείται η έχγυση της χημειοθεραπευτικής ουσίας σε συνδυασμό με την αύξηση της θερμοκρασίας στον αυλό της ουροδόχου κύστης (έγχυση με υπερθερμία του διαλύματος) και φαίνεται να επιτυγχάνει καλύτερη διείσδυση του φαρμάκου με ενθαρρυντικά αποτελέσματα για τους υποτροπιάζοντες όγκους.
Θεραπεία μυοδιηθητικού καρκίνου της κύστης
Το μυο-διηθητικό ουροθηλιακό καρκίνωμα του οποίου η διάγνωση τίθεται πάντα μετά από διουρηθρική εκτομή και τη βιοψία όπως είπαμε παραπάνω. Σε σχέση με το μη μυο-διηθητικό χρειάζεται πιο επιθετική θεραπεία.
Με τη διάγνωση της νόσου χρειάζεται να γίνει εκτενής έλεγχος ώστε να διαπιστωθεί το στάδιο. Απαιτείται έλεγχος με αξονική τομογραφία του θώρακα και της κοιλίας. Εάν διαπιστωθεί πως το καρκίνωμα δεν έχει μεταστάσεις ακολουθεί η τοπική θεραπεία.
Ο ιατρός μπορεί να σας προτείνει τις διαφορετικές επιλογές ανάλογα με τα κυστεοσκοπικά και ιστολογικά ευρήματα αλλά η τελική απόφαση πάντα λαμβάνεται μετά από συζήτηση με τον ασθενή.
Ριζική κυστεκτομή που σημαίνει χειρουργική αφαίρεση της ουροδόχου κύστης. Τα ούρα εκτρέπονται σε μια στομία στην κοιλιά (σάκος). Εναλλακτικά μπορεί να γίνει και μια νέα κύστη (ορθότοπη νεοκύστη) από έντερο η οποία όμως δεν ενδείκνυται σε όλους τους ασθενείς και όπως όλες οι χειρουργικές τεχνικές έχει και αυτή τις ενδείξεις τις, τα πλεονεκτήματα αλλά και τα μειονεκτήματα της.
Άλλες επιλογές οι οποίες προτέινονται σε ασθενείς που δε μπορούν να αντέξουν το χειρουργικό stress μιας τόσο μεγάλης επέμβασης, είναι να διατηρείται η κύστη και να προσφέρεται ακτινοθεραπεία και χημειοθεραπεία σε συνεργασία με τον ογκολόγο και τονακτινοθεραπευτή. Ταυτόχρονα με τον ογκολόγο ο ουρολόγος ελέγχει τακτικά την ουροδόχο κύστη και παίρνει και βιοψίες για τη επιβεβαίωση ότι δεν υπάρχουν καινούργιες εστίες.
Ο μυοδιηθητικός καρκίνος τους ουροδόχου κύστης σε κάθε περίπτωση είναι μια επιθετική νόσος και οι ασθενείς απαιτούν συστηματική ογκολογική και ουρολογική παρακολούθηση στην πορεία της νόσου.